Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

Ευτυχισμένοι έφηβοι



teans


Της Σίσσυς Τσιφλίδου


Κοσμοδρόμιο
Μια πολυβραβευμένη συλλογή διηγημάτων που έρχεται να ανανεώσει θεματικά το είδος της σύγχρονης λογοτεχνίας-ντοκουμέντο, ένα διηλικιακό ανάγνωσμα (crossover literature) για εφηβικό αλλά και ενήλικο αναγνωστικό κοινό.
kosmodromio

Η Ελένη Κατσαμά με τη συλλογή διηγημάτων της Κοσμοδρόμιο(Πατάκης) κατορθώνει να μας βγάλει από το μικρόκοσμό μας. Αναφέρεται κυρίως σε παιδιά που ζουν σε διαφορετικές περιοχές του πλανήτη καταδικασμένα στην ανωνυμία και τη μοναξιά, που επιβιώνουν κάτω από το όριο της φτώχιας σε συνθήκες που εξευτελίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Παιδιά που άλλοτε η τύχη τούς χαμογελά και άλλοτε καλούνται να πάρουν μέρος στο ταξίδι της ενηλικίωσης, όπως τα έθιμα και το τελετουργικό της φυλής τους ορίζουν. Παιδιά που η ζωή βιάζει χρονικά την είσοδό τους στην ωριμότητα με τίμημα την απώλεια της αθωότητας – ενίοτε και την ίδια τους τη ζωή.

Τα θέματα ποικίλλουν: παιδιά-στρατιώτες που οπλοφορούν στην εμπόλεμη ζώνη, το φαινόμενο του εκφοβισμού (bulling), η έξαρση του νεοφασισμού στη Ρωσία, οι συμμορίες του Ελ Σαλβαδόρ, η μοναξιά των μεγαλουπόλεων, η γκετοποίηση των μεταναστών στη Γαλλία, το νεκροταφείο των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην πόλη Γκουιγιού της νότιας Κίνας, η Ινδία των μεγάλων αντιθέσεων και του Μπόλυγουντ.
Τη συγγραφέα συγκινεί άλλοτε μια ακραία πραγματικότητα –όπως τα παιδιά του Ιράν που έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 «καθαριστές ναρκοπεδίων» με κρεμασμένο στο λαιμό τους ένα «κλειδάκι του παραδείσου»– άλλοτε ένα κοινωνικό φαινόμενο όπως η πειρατεία στη θάλασσα της Σομαλίας. Χωρίς διδακτισμό, θίγει σύγχρονα προβλήματα ορμώμενη επίσης από ειδήσεις στον Τύπο, όπως το σοκαριστικό περιστατικό που καταγράφτηκε σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης όταν τηλεκοντρόλ είχε σφηνωθεί στο σώμα ενός υπέρβαρου μικρού παιδιού κι είχε εν αγνοία του πλέον ενσωματωθεί σε αυτό. Αλλά και τελετουργικά, όπως στο «Ταξίδι του αλατιού» (Τιμπουκτού/Έρημος Σαχάρα) όπου η πορεία στην έρημο συμβολίζει τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση.
Καμιά φορά δεν είναι η ζωή του παιδιού το θέμα αλλά ένα γεγονός ιδωμένο με τη ματιά του παιδιού, όπως στο διήγημα «Ο Βέρικ στο φεγγάρι» απ’ όπου και ο τίτλος της συλλογής. Εκεί περιγράφει το Κοσμοδρόμιο και τη λειτουργία του μέσα από τη φανταστική συνάντηση ενός νεαρού βοσκού που αναζητά εναγωνίως το πρόβατό του, το Βέρικ, με τον Τσαρλς Σιμόνι, Αμερικανό δισεκατομμυριούχο και διάσημο διαστημικό επιβάτη. Οι περισσότερες ιστορίες έχουν αίσια έκβαση, όπως η απόδραση του νεαρού Ισάλα απ’ τη ζούγκλα της Κολομβίας το Δεκέμβρη του 2008 που φυγαδεύτηκε στη Γαλλία σώζοντας παράλληλα και τον όμηρο που κρατούσε η FARC.
Σε ένα από τα πιο σύντομα σε έκταση διηγήματα, το πρώτο της συλλογής, αναπτύσσεται η αληθινή ιστορία μιας «φιλίας» ανάμεσα σε ένα παιδί και σε ένα φίδι στην έρημο του Ιράκ (η ανεξήγητη συμπεριφορά του φιδιού σώζει το μικρό από βέβαιο θάνατο). Η ζωντανή, παραστατική αφήγηση του εξαιρετικά σπάνιου αυτού γεγονότος αυξάνει την προσμονή για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει.
eleni-katsama

Στο επόμενο διήγημα μεταφερόμαστε στην Αγγλία: Προβλήματα δεν υπάρχουν μόνο στην εμπόλεμη ζώνη αλλά και στην «πολιτισμένη Δύση», η οποία εξαγοράζει την ανοχή των εξαθλιωμένων για να εξάγει δικά της απόβλητα. Τα παιδιά σε ένα κινεζικό χωριό αργοπεθαίνουν δηλητηριασμένα από τα απόβλητα της ηλεκτρονικής χωματερής.

Κάποτε αναφέρεται και σε απίστευτης σκληρότητας πράξεις όπως αυτή που καλείται να κάνει ο μικρός από τη Σιέρα Λεόνε όταν οι στρατιωτικοί τον πιέζουν να σκοτώσει μπροστά τους την ίδια του τη μάνα για να τον στρατολογήσουν με τη βία. Παράλληλα, όμως, αποφορτίζει την ατμόσφαιρα και με μια δόση χιούμορ, όπως στο νεαρό που εκμεταλλεύεται την ομοιότητά του με έναν διάσημο Ινδό ηθοποιό και καταφέρνει να βγει ραντεβού με μια θαυμάστριά του.
Η συγγραφέας δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει σκληρή γλώσσα, όπως στο«Ροζίτα για πάντα», επισημαίνοντας μέσω των εσωτερικών μονολόγων ότι ένα παιδί που αποκτά βίαιη εγκληματική συμπεριφορά δεν χάνει αυτόματα και την παιδικότητά του Ή πάλι, χωρίς να γίνεται μελοδραματική, επιδιώκει την ενσυναίσθηση κατεβάζοντας τον αναγνώστη στους υπονόμους του Βουκουρεστίου, εκεί όπου τα παιδιά μυρίζουν κόλα για να ξεχνιούνται και να δραπετεύουν από την πραγματικότητα «Για να βλέπουμε όνειρα. Για να μη φοβόμαστε. Για να ξεχνάμε την πείνα μας. Για να μην κρυώνουμε».
Το κάθε διήγημα γίνεται ένα παράδειγμα να σκεφτούμε διαφορετικά τη λογοτεχνία, τα κριτήρια και τις δυνατότητές της. Με ποιο τρόπο δηλαδή συνδιαλέγεται με την πραγματικότητα, τη μεταπλάθει, την αποτυπώνει, προσφέρει εναλλακτικές λύσεις. Ο αναγνώστης καλείται να αναπτύξει έναν διάλογο με το κείμενο το οποίο αβίαστα ενεργοποιεί τις ανταποκρίσεις του. Άλλωστε, όπως σημειώνει και ο Habermas, ο κόσμος του αφηγητή αποκαλύπτεται στον αναγνώστη μόνο στο μέτρο που φωτίζει τον δικό του κόσμο.


Μικρόκοσμος
mikrokosmos

Το μυθιστόρημα Μικρόκοσμος (Κέδρος) του Γιώργου Κ. Παναγιωτάκηαπευθύνεται σε αναγνώστες 13 χρόνων και άνω. Μέσα από την αναπαράσταση του μικρόκοσμου μιας μυρμηγκοπολιτείας ο συγγραφέας κατασκευάζει μια πολιτική αλληγορία για να θίξει τους αυστηρούς τύπους οργάνωσης ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος. Η κοινωνία παράγει τύπους μυρμηγκιών με σαφή και απαρέγκλιτη θέση που θυμίζουν το Θαυμαστό καινούριο κόσμο του Α. Χάξλεϋ. Την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα αυτής της οργάνωσης τροφοδοτεί η σταθερή προσήλωση στην εργασία(«δουλειά, δουλειά, δουλειά») και η έλλειψη κάθε αμφισβήτησης.

Η Σβέλτα, η ηρωίδα του μυθιστορήματος, είναι εκείνη που θα φέρει την ανατροπή στην καθεστηκυία τάξη. Η αναπηρία της –χάνει το ένα της πόδι χωρίς όμως να στερηθεί τίποτα από τη σβελτάδα ως εργάτρια– προκαλεί ένα κύμα διακρίσεων που κλιμακώνεται από την απόρριψη των άλλων εργατριών με υβριστικά παρατσούκλια του τύπου «τραμπάλα, μείον ένα» μέχρι την ολοκληρωτική περιθωριοποίησή της από τους ιθύνοντες. Ο έρωτας, όμως, και η αναζήτηση του αγνώστου που της στέλνει το μήνυμα αγάπης από μια άλλη φυλή μυρμηγκιών την οπλίζει με θάρρος και την ενθαρρύνει σε περιπέτειες που προκαλεί η αμφισβήτηση των κανόνων και του συστήματος αφού ξυπνά μέσα της ό,τι απαγορεύεται αυστηρά: το συναίσθημα της αγάπης και της συμπόνιας για τον άλλο.
panagiotakis

Αρχίζει λοιπόν να υπονομεύει με τις πράξεις και τα λεγόμενά της το σύστημα προκαλώντας σοβαρό ρήγμα στα θεμέλιά του με την ανυπακοή της. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή της δίκης της, όπου η ίδια αρνείται να υπερασπιστεί τον εαυτό της σε δοσμένη ετυμηγορία θυμίζοντάς μας τα λόγια της βασίλισσας στην Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων: «εμείς εδώ πρώτα βγάζουμε την ετυμηγορία, έπειτα κάνουμε τη δίκη και μετά διαπράττεται το έγκλημα».

Στο τέλος της ιστορίας η Σβέλτα βρίσκεται με τον αγαπημένο της Ασμάρ. Και οι δύο κρεμασμένοι σε έναν ιπτάμενο σπόρο θα δραπετεύσουν ευτυχισμένοι μακριά από τους διώκτες τους. Ακόμα κι όταν η ανάγνωση του βιβλίου τελειώσει, δεν παύεις να ανακαλείς τα λόγια της ηρωίδας: «Κι αν με ρίξετε, θα σηκωθώ. Και αν με χτυπήσετε, θα συνεχίσω. Και αν μου κόψετε το ένα πόδι, θα έχω τα υπόλοιπα. Και αν με φυλακίσετε, θα φύγω».

Τα τρύπια τείχη
Το βιβλίο Τα τρύπια τείχη (Ψυχογιός) του Κυριάκου Μαργαρίτη ξεχωρίζει στο χώρο και το είδος του τόσο για το θέμα και την επιλογή των αφηγηματικών του τεχνικών όσο και για την πυκνότητα των νοημάτων του. Εντάσσεται σε μια ομάδα σύγχρονων διηλικιακών (crossover) εφηβικών μυθιστορημάτων (Κοσμοδρόμιο, Ύαινες) που δεν ολοκληρώνουν τον κύκλο της αφήγησης ως πορείας εξέλιξης του ήρωα, δεν τον βγάζουν από το αδιέξοδο που βιώνει, απλώς στην πορεία της διαδρομής φωτίζουν τα σημεία διέλευσης με τη βοήθεια γεγονότων που ενεργοποιούν την προσωπική ανταπόκριση και οδηγούν στην αλλαγή θέασης του προβλήματος. 
trypia-teixei

Στην αρχή, ο κεντρικός ήρωας αυτοσυστήνεται «Δεκατρία χρόνια, εκατόν πενήντα πέντε εκατοστά και σαράντα τρία κιλά. Αυτοί είναι οι αριθμοί μου, η πείρα μου, το παρελθόν μου και μπόλικα καστανά μαλλιά». Ζει στην Παλιά Πόλη που παρουσιάζει αντιπροσωπευτικά: η οδός Λήδρας, τα οδοφράγματα, τα Στάρμπακς, τα γλυπτά με τα άγρια ζώα που μοιάζουν με ελάφια και ζουν μόνο στην Κύπρο στο όρος Τρόοδος. Η Ιστορία συνυφαίνεται στον αφηγηματικό ιστό, υπάρχει στο υπόστρωμα όπως τα σκεπασμένα κτίρια της οδού Λήδρας για να μη φαίνονται οι τρύπες από τις σφαίρες που τα πλήγωσαν στη διάρκεια της τουρκικής εισβολής. Ο αφηγητής πολλές φορές αναφέρεται στο πρόβλημα που προκαλεί η αδυναμία ενεργοποίησης της ιστορικής μνήμης: «Ξέρεις ποιο είναι το κακό με τις φωτογραφίες; Δε μας βοηθούν να καταλάβουμε», την οποία εντοπίζει ήδη από την αρχή αφού σε αυτήν την πόλη κανένας δεν κοιτάζει προσεκτικά: «Γι’ αυτό μιλάω για την πόλη μου. Αν δεν το κάνω εγώ, δε θα το κάνει κανένας. Κανένας δεν την κοιτάζει». Η σταδιακή σύνθεση του κινηματογραφικού πλάνου μιας κυριολεκτικά και μεταφορικά πολύχρωμης πόλης γίνεται για να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του: Με λένε Ραφαήλ, είμαι Ελληνοκύπριος και η πόλη μου είναι η Λευκωσία, η πρωτεύουσα της Κύπρου,«το πανηγύρι των γλωσσών».

Ο ήρωας ζει τις αγωνίες και τις αλλαγές που φέρνει η είσοδός του στην εφηβεία: η σωματική ανάπτυξη έχει εμφανώς καθυστερήσει και η μοναξιά του τον οδηγεί να σκέπτεται σαν ενήλικας:«Μεγάλος δε σημαίνει ότι έχεις ζήσει πολλά χρόνια∙ μεγάλος σημαίνει να μη δίνεις και να μην παίρνεις ευκαιρίες». Ο ίδιος διαθέτει ένα κοφτερό μυαλό που βρίσκει έναν αντίστοιχα ευαίσθητο και δεκτικό νου να το συντροφέψει στα ονειρικά του ταξίδια, ένα συνομήλικο Τουρκοκύπριο, το Νιαζί (όχι τυχαία η επιλογή του ονόματος Νιαζί-νοιάζει). «Ο καλύτερός μου φίλος είναι Τουρκοκύπριος. Δεν τον διάλεξα, τους καλύτερους φίλους σου δεν τους διαλέγεις∙ τους βρίσκεις και τους γνωρίζεις».Οι δυο φίλοι έχουν και κάτι άλλο κοινό: οι οικογένειές τους, μέλη μιας επιτροπής που προωθεί την ελληνοτουρκική φιλία, γίνονται αποδέκτες των ίδιων ρατσιστικών επιθέσεων από τους ανθρώπους της Γης Μαδιάμ, τους Μαύρους Παλιάτσους, που απειλούν με πυροβολισμούς ή χτυπούν με πέτρες και σπάνε τα τζάμια των σπιτιών. Κι η εμφανής αμηχανία των γονιών σε βάζει αμέσως στο νόημα: κάτι πραγματικό συμβαίνει εκεί έξω «σ’ αυτήν τη Λευκωσία που ζει και θυμάται όταν ήταν μικρή και τη μοίρασαν», γιατί «στη Λευκωσία κρατάμε ζωντανούς τους εφιάλτες».
Το μυστήριο γύρω από τους Μαύρους Παλιάτσους, που στην αρχή έχεις κάθε λόγο να πιστεύεις πως είναι φανταστικοί ήρωες-εχθροί στα κόμικς που φτιάχνει ο Ραφαήλ και πως γιγαντώνονται στη φαντασία του για να τους πολεμήσει και να τονώσει το αυτοσυναίσθημά του, γρήγορα ξεδιαλύνεται. Έτσι, αυτό που στην αρχή φάνηκε ως μια φανταστική περιδιάβαση, μια μυθοπλαστική ανάπλαση του σκηνικού μιας παλιάς ιστορικής πόλης με τείχη, υποχωρεί και σταδιακά δίνει τη θέση του στα πραγματικά γεγονότα: οι Μαύροι Παλιάτσοι είναι το Εθνικό Μέτωπο Σωτηρίας, μια εθνικιστική οργάνωση που απαιτεί εκκαθάριση του πληθυσμού από κάθε τουρκικό στοιχείο και απειλεί όσους στηρίζουν και προωθούν την ελληνοτουρκική φιλία.
Θέτει λοιπόν ερωτήματα: Τι είναι ελευθερία; Ποιος ρωτά την πόλη που η ίδια θα «τους είχε πετάξει στη θάλασσα»;Τοποθετείται πολιτικά και ιδεολογικά: Οι Μαύροι Παλιάτσοι έχουν θέση μόνο «στο αρχείο, στην Ιστορία, στο Παρελθόν». Κι έτσι στη φυσική ροή του αφηγηματικού λόγου τίθεται και ο σκοπός: να περάσουν στην Ιστορία.
kyriakos-margaritis

Ο Μαργαρίτης χτίζει ένα μυθοπλαστικό περιβάλλον που διεμβολίζεται σταδιακά με την εισαγωγή πραγματολογικών αναφορών που ανατρέπουν το μέτρο: η μυθοπλασία δίνει τη θέση της στην αλήθεια της Ιστορίας μέσα από την αναφορά σε γεγονότα, τοποθεσίες και καταστάσεις. «Οι Μαύροι Παλιάτσοι δεν ανήκουν στο Μεσαίωνα ούτε στους φανταστικούς μου κόσμους. Οι Μαύροι Παλιάτσοι είναι εδώ και τώρα. Στην Παλιά Λευκωσία». Έτσι η αληθοφανής αφήγηση σταδιακά αποκτά ρεαλιστική έως μαρτυρική υπόσταση κι ένα διαχρονικό χαρακτήρα.

Ενίοτε η χρήση του υφολογικού χιούμορ («Μπασμένοι Α.Ε.») αποφορτίζει τη θλιβερή ατμόσφαιρα. Ο μεταφορικός λόγος ηχεί εύστοχος και καλοδουλεμένος: «Η Λευκωσία είναι τα ανοιχτά κουμπιά της Παντοφίλης… αλλά εμάς θα μας πάρει χρόνια [να περάσουμε την τάφρο] και, όταν φτάσουμε στην άλλη πλευρά, το πάρτι θα έχει τελειώσει».
Η πυκνότητα της γραφής συνεχώς ξεδιπλώνει έναν πολυσχιδή εσωτερικό κόσμο που κερδίζει αμέσως τον αναγνώστη. Ευφυές ως σύλληψη, προκαλεί το μυαλό του να συνδυάσει δεδομένα, να βρει τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις, να αποκρυπτογραφήσει το μεταφορικό λόγο που προσφέρεται για σύγχρονες πραγματικές συνδέσεις. «Δεν έχει σημασία από πού έχεις περάσει. Σημασία έχει τι είδες. Τι σκέφτηκες» γιατί «όλοι μπορούμε να γίνουμε Μαύροι Παλιάτσοι». 

Η Σίσσυ Τσιφλίδου είναι εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και υποψήφια διδάκτωρ ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.


Feedzilla: Europe News

BBC News - Politics

Harvard Magazine email Archive Feed

ΤΥΠΟΣ

« »

EMSC - Last 50 earthquakes worldwide